Χαλάσματα – Τοποθέτιση σχετικά με τα πρόσφατα γεγονότα στο πολυτεχνείο.

(Λάβαμε 5/12/17)

Και τελικά το πολυτεχνείο απέκτησε άξιους απολογητές και υπερασπιστές, ελεύθεροι να το νοηματοδοτήσουν κατά το δοκούν αποθέτοντας το σε περίoπτη θέση στον πολιτικό χάρτη. Δυστυχώς, η κατάκτηση αυτή της μεταπολίτευσης απέτυχε να ισοσταθμιστεί από τον αντίλογο άξιων υπονομευτών. Εμείς πρώτοι πρώτοι απεκδυόμαστε το παραπάνω καθήκον υπό το άχθος της επιλογής να αποχωρούμε σιωπηλά από τις γεμάτες χλαπαταγή γούβες των πολιτικών, ευτράπελων αψιμαχιών. Προτιμούμε να μιλάμε εν απουσία επίδοξων διαστρεβλωτών, εκεί που τα λόγια μπορούν να ασκήσουν την ποιητική αμεσότητα τους ουρλιάζοντας καθαρά και ανερυθρίαστα, εξαίροντας χάσματα όσο και αποκλίσεις, πάντα σημαδεύοντας στην κατασκευή νέων. Γι’ αυτό η παρούσα ανακοίνωση προσιδιάζει περισσότερο σε χασμουρητό, απαραίτητο όμως εν είδει χαρακτηρισμού για όσα διαδραματίστηκαν και για όσα μένει να συμβούν με αφορμή τις εξελίξεις στο πολυτεχνείο και ότι οδήγησε σε αυτό.

Εκκινώντας από την ειρωνεία της υπόθεσης, δηλαδή τον κοινό τόπο παρά το πρόδηλο νείκος των δύο αντιμαχώμενων πλευρών, ο οποίος μεθοδικά τους οδήγησε να ανταγωνίζονται για την διαχείρηση της αστικοδημοκρατικής γιορτής. Γιατί, ας μην λησμονούμε πως προϋπόθεση για μια σύγκρουση συμφερόντων αποτελεί η συνάντηση τους σε κοινό τόπο με κοινό διακύβευμα. Κατανοητό αυτό πιστεύουμε. Οπότε ποιό ήταν αυτό το τόσο βαρύτιμο διακύβευμα γύρω από το οποίο οι ποιμένες μαζί με τον σάλαγο των ζωντανών τους συγκρούστηκαν; Φυσικά, το πτώμα μιας εξέγερσης στην οποία αν όντως δεν είχε εκπνεύσει πιθανότατα, αμφότεροι δεν θα είχαν την παραμικρή θέση. Και αυτό διότι η μέρα αυτή ανήκει στο λαό αφήνοντας με αυτή την έννοια να εννοηθεί όλο το εύρος των συνεπειών της, τουτέστιν αυτόματως η μέρα αυτή δεν ανήκει σε αναρχικούς, σε εξεγερμένους, σε εγωιστές, σε αυτόβουλα πρόσωπα, σε ανειρήνευτους πολέμιους της κοινωνίας και της δημοκρατικής χαβούζας. Ανήκει στο λεφούσι, στις αφαιρέσεις, στις παρατάξεις, στα κόμματα, στην τυφλή αγανάκτιση, στα χαυνωμένα τέκνα του θεάματος και της φαινομενικότητας, στο θυμικό της πλέμπας. Ανήκει σε όσους έχουν ανάγκη το μερίδιο τους από τις κυρίαρχες υπερασπιστικές γραμμές που η μεταπολιτευτική δημοκρατία αναδεικνύει από το παρελθόν, προκειμένου να εξασφαλίσουν θέση στο παρόν της. Είτε ως εξεγερμένοι, είτε ως πρωτοπορία, είτε ως μοιρολογίστρες, είτε ως κομματικά σκουπίδια σημασία έχει να κατοχυρωθεί μια θέση στο ψηφιδωτό των διεθέσιμων ιστορικών αφηγήσεων. Αντιθέτως όμως, από πλευράς μας, το πολυτεχνείο βρίσκεται στην δέουσα θέση μαζί με τους πολλαπλούς μνηστήρες του. Στα ερείπια του ιστορικού τέλματος των σύγχρονων κοινωνιών. Και κάθε χρόνο θα συνεισφέρουμε στην στηλίτευση του, ούτως ώστε να ενταφιαστεί βαθύτερα.

Μην έχοντας να διακδικήσουμε το παραμικρό από τον αντιδικτατορικό αγώνα του αγέρωχου ελληνικού φοιτηταριάτου και ευρύτερα του ελληνικού λαού που εξ αρχής αντιτάχθηκε σύσσωμα ενάντια στο στρατιωτικό καθεστώς (γελάει η ιστορία), αποστασιοποιημένοι, επιλέξαμε τη θέση του παρατηρητή, συνεπώς και θέση αποχής από την ανανέωση των εκτιθέμενων γεγονότων προς μαζική κατανάλωση. Αποχή οριστικά από τα κονιορτοποιημένα δίκτυα κυκλοφορίας υποσχέσεων, απαραίτητων αποκλειστικά για την συντήρηση των σύγχρονων συσχετισμών δύναμης και τον εξοβελισμό των ανόθευτων ανατρεπτικών εγχειρημάτων στην αφάνεια. Αποχή συνδεδεμένη στατηγικά με την επισκοπεία του κοινωνικού σώματος προκειμένου να εντοπίσουμε τα σημεία εκείνα σε κατάσταση ολιγορίας και ολικής σύγχησης. Σημεία εμφανή περισσότερο στο ανέκκλητο, ολοκληρωτικό ξεθώριασμα των έωλων, παροδικών αμφισβητήσεων καθώς συγκρούονται στα μεθόρια της συνήθους εφαρμογής τους και της λήθης εξαιτίας της επελαύνουσας ανίας που τόσο πιστά εξυπηρέτησαν. Διότι και η φαινομενική αμφισβήτηση όταν οι συνθήκες για την αναπαραγωγή της αφανίζονται ακόμα και σε μια κοινωνία ερειδόμενη σε περισσεύματα επί περισσευμάτων η ίδια καθίσταται περιττή. Οι κυβερνητικοί φορείς, τα κόμματα, τα εκπαιδευόμενα στα σχολικά έδρανα μούλικα, το ευνουχισμένο, ευκαταφρόνητο φοιτηταριάτο, τα ευτράπελα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, οι πεφυσιωμένοι κρυφοπατριώτες, τιμητές της ακατάβλητης, δημοκρατικής ελλαδάρας, οι νεκροζώντανοι, υπέργηροι, άλλωτε αγωνιστές ανθοφόροι συνταξιούχοι, όλος αυτός ο συρφετός καταδεικνύει την απουσία φαινομενικής αμφισβήτησης στον θίασο του πολυτεχνείου. Πόσο μάλλον η συνύπαρξη τους υπό την αιγίδα πάντα της πανταχού παρούσας δημοκρατικής αβροφροσύνης και του διασφαλισμένου εξ αυτής βουβού, παρά την ακατάσχετη χλαλοή, διαλόγου. Το εξεγερμένο πολυτεχνείο πέθανε μαζί με το σύστημα και το περιβάλλον που το εξέθρεψε. Ζήτω το διασυρμένο, ευηπόληπτο και δικαιούχο πολυτεχνείο των αγωνιστικών ποπ ασμάτων, των αυχμηρών δακρύων και των τραπεζοστόλιστων, μπογιατισμένων διαδρόμων. Ζήτω όμως και το πολυτεχνείο της ξεδοντιάρικης επαναστατικής επαιτείας, της θλιβερής, νηπιακής καγκελαρίας, της αφοπλισμένης ανατρεπτικής προοπτικής και της στείρας, φαύλης συνθηματολογίας. Το πολυτεχνείο είναι νεκρό, αλλά κάποιοι μη αρκούμενοι στον ενταφιασμό του, θέλησαν να θάψουν μαζί του την ψυχοραγούσα, μα ασίγαστη δυνητική αποστασία.

Οι αναρχικοί δεν έχουν ανάγκη πολυτεχνεία, μήτε αγελαίες δύσοσμες αναθυμιάσεις αγανάκτησης προκειμένου να συγκροτήσουν μια οξεία επιθετική δραστηριότητα. Ιδίως το κουφάρι τους. Το πολυτεχνείο όπως αποτυπώθηκε ευκρινέστατα προηγουμένως ανήκε στην διαμαρτυρόμενη πλέμπα. Καμία εξέγερση το 73 δεν οργανώθηκε γύρω από αναρχικά χαρακτηριστικά θέτοντας σε κίνηση μια συμπαιγνία ενάντια στο κράτος, το κεφάλαιο, την εξουσία και τον πολιτισμό. Εκτός βέβαια αν ορισμένοι επιλέγουν συνειδητά τον ρόλο του σε κωμικό βαθμό εθελότυφλου, πιστεύοντας πως το εξεζητημένο πανό δέκα ανθρώπων ”κάτω η εξουσία” εξέφραζε τις προσπάθειες χιλιάδων να πλήξουν ανέξοδα και ατελέσφορα ένα στρατιωτικό καθεστώς. Φυσικά, σύνολη αυτή η κατάσταση απηχεί τους λόγους για τους οποίους σταχυολογείται η επιβράβευση μιας εξέγερσης με άοπλους πολίτες να δέχονται καταιγισμό πυρών ή να εκτοξεύουν τρόφιμα σε άρματα μάχης ως αξιομνημόνευτη και παραδειγματική για τους υπηκόους μιας δημοκρατίας. Διότι ακριβώς αυτό το οργιλό συνονθύλευμα εναντιονώταν διαμέσου ομόλογου ασυνάρτητου τρόπου, πολιτικά σε μία αμφισβητούμενη, κλονιζόμενη κοινωνική πραγματικότητα και όταν αυτή κατέρρευσε, παίρνοντας με την σειρά του την σκυτάλη, χειροτόνησε τους υπερασπιστές του, πένθησε για τους νεκρούς του και επέβαλε τις μεθόδους του. Οι γενναιόφρονες φοιτητές κατόρθωσαν να αποκτήσουν πρόσβαση στις πολυπόθητες φοιτητικές ζωές της ανεμελιάς επί πίστωση, οι ηγέτες να κατακτήσουν τιμαλφείς θέσεις στον μετέπειτα πολιτικό χάρτη, ο λαός αμείφθηκε για την ευψυχία του με περισσότερα από τριάντα χρόνια τρυφής και καταναλωτικής πλησμονής, η κουλτούρα μυήθηκε ομαλά στην νέα περίοδο του μετανεωτερικού σχετικισμού, του ηδυπαθή ηθικισμού και του κοσμοπολίτικου οπτιμισμού. Οι περισσότεροι βέβαια όσο μηχανικά διαμαρτυρήθηκαν ωσαύτως επέστρεψαν στα σπίτια και τις ζωές τους, συνεχίζοντας να κάνουν τα ίδια ακριβώς πράγματα, ανεπηρρέαστοι από τις μεταβολές και τις ανακατατάξεις στον αποπληκτικό περίγυρω τους. Οι σύγχρονες αναπολήσεις της χρυσής εποχής των χρόνων 67-74 ( τότε που κοιμόμασταν με ανοιχτές τις πόρτες και η εργασία ήταν δεδομένη ) αποκαλύπτουν τι πραγματικά ήταν ικανό ανέκαθεν να διαταράξει την επιφάνεια στο απάνεμο υπαρξιακό τους έλος. Εργασία, κατανάλωση, άνεση, ιδιοκτησία και ακίνδυνες απολαύσεις. Χονδρικά, μαμ, κακά και νάνι. Σαν να μην πέρασε μια μέρα, με τον κάθε όρο να εμφανίζεται ως η προσήκουσα κατάληξη στην πασίγνωστη, προμετωπίδα  ψωμί-παιδεία-ελευθερία. Οποιαδήποτε, λοιπόν προσπάθεια αναστήλωσης ή και απλής επίκλησης αυτής της εξέγερσης από αναρχικούς συνιστά ανόσια σκύλευση, ειδεχθή καπήλευση και προκλητική σύληση ενός ιερούς μαυσωλείου. Ως τέτοια επιβάλλεται να αντιμετωπιστεί από τους επίγονους της εν λόγο γενιάς καθώς καλούνται να προασπίσουν τα μοναδικά απαραβίαστα κεκτημένα τους. Τις φθηνές δικαιολογίες της ολοκληρωτικής τους αποστέρησης. Τα επιχειρήματα με τα οποία επισκιάζουν το γεγονός ότι πλέον δεν τους ανήκει τίποτα, ούτε καν το παρελθόν τους.

Το παραδεδεγμένο αυτό αμάλγαμα της εορτάζουσας, αφυούς αγέλης, χρόνια τώρα εγείρει επιθυμίες υποδαύλισης και παρακώλησης του. Υγιές κατ’ εμάς φαινόμενο, αντιπροσωπευτικό των υφιστάμενων διαψεύσεων των ισχυρισμών όσων βεβιασμένα σπεύδουν να διατρανώσουν το απρόσβλητο της πολιτικής ηγεμονείας. Ωστόσο, οι ευκταίες αυτές δολιοφθορές ενάντια σε κάθε αστικό υπερθέαμα, δεν αναμένεται να συμβούν από τους όλβιους απολογητές του στους προνομιακούς χώρους άσκησης του ελέγχου του. Αν κάτι κατάφερε να προμηθεύσει η διαδραματιζόμενη αυτή διαμάχη μεταξύ του φαινομενικά νέου και του πραγματικά παρωχημένου, προς χρήση όσων ικανών να παραγάγουν χρήσιμα για την προοπτική του ξεπεράσματος συμπεράσματα, είναι η ομοιότητα του πεπερασμένου με αυτό που αφειδώς επιμένει να μας ξανασερβίρεται εσαεί ως φάρσα. Κάθε φορά όλο και πιο άνοστη, όλο και πιο αδιάφορη. Κουραστήκαμε όμως να θωρούμε το τραπέζι μας έμφορτο με περιττώματα του παρελθόντος. Η κατανάλωση του κενού και η απονενοημένη αδολεσχία στο εσωτερικό κολοβών σχέσεων ανίκανων να δώσουν έκταση στα μεγαλεπίβολα σχέδια μας, επιστράφηκε στο κατάστημα συνοδευόμενη από τα παράπονα μας και την υπόσχεση να μην ξαναπαραπονεθούμε σε κανέναν για οποιαδήποτε επιλογή μας. Δεν είναι τυχαίο πως εμείς στις 16 του μηνός απουσιάζαμε επιμελώς από τις φιλονικίες της κινηματικής μαγάρας. Απουσιάζαμε, όπως απουσιάζουμε διαρκώς από πάσα διαδικασία αναπαραγωγής των κυρίαρχων αναπαραστάσεων και του αντίστοιχου φλύαρου διαλόγου μεταξύ τους. Απήχαμε ως αναρχικοί μηδενιστές γιατί δεν αναζητούμε σανίδα επιβίωσης στην φουσκοθαλασσιά της ανυπαρξίας όσο βλέπουμε τα ανατρεπτικά εγχειρήματα του παρελθόντος να βυθίζονται μετατρεπόμενα σε τροφή για το αδηφάγο απελπισμένο πλήθος. Όσοι όμως βρέθηκαν εκεί ελπίζουμε με την σειρά τους να γνωρίζουν το γιατί ή τουλάχιστον το πως να αποφύγουν να μας απαντήσουν. Εμείς, απεναντίας, με πλήρη διαύγεια θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε τα αίτια της αποστασιοποίησης μας ελπίζοντας πως η απόφαση αυτή θα κατανοηθεί στα δέοντα πλαίσια μιας συνολικότερης πολεμικής στρατηγικής και όχι ως ακόμα μια άκαπνη, εκ του ασφαλούς, λόγια κριτική, ζωτικά εξαρτώμενη από την εμπράγματη απουσία των προαναφερόμενων πολεμικών σχεδιασμών στον ιστορικό χώρο ενόσω αυτός γίνεται έρμαιο των μονοπωλείων της γενικευμένης φλυαρείας.

Η συμπλοκή στο πολυτεχνείο μεταξύ όσων από την μία προσπάθησαν να το φέρουν στα μέτρα τους και όσων από την άλλη αποτυγχάνουν μονίμως να λάβουν το αναμφίλεκτο μα συνάμα ανεπίκαιρο ιστορικό του μέγεθος μας αφήνει αδιάφορους. Εξίσου ατάραχους μας αφήνει και η επελαύνουσα κομμουνιστικοποίηση μερίδας του ας το πούμε χάριν της συνενόησης ”χώρου”, ως απάντηση στην δυσειδή, θεαματική μπαχαλοποίηση του υπολοίπου. Η αδυναμία αμφότερων να κατασκευάσουν σύγχρονες, αμιγώς αναρχικές θεωρήσεις και πρακτικές, αυλακώνεται στα εντεινόμενα, κοινά πεδία σύγκρουσης τους πάνω στα σκέλεθρα του παρελθόντος και των προσφερόμενων ανασκευάσεων του. Οι μεν αποκρίνονται στην κυρίαρχη στειρότητα ανασύροντας προοπτικές μέσα από την αίγλη του επιβλητικού, μυθοποιημένου, κομμουνιστικού μεγαλείου, οι δε λερώνουν το παρελθόν αυτό εγκολπώνοντας το στο τίποτα που εκπροσωπούν, αφαιρώντας του ακόμα και τον μοναδικό ιστορικό του χαρακτήρα. Ο αφοπλισμός του ενός στηρίζεται στην φθείρουσα δραστηριότητα του άλλου. Το παρελθόν επιστρέφει μόνο σαν φάρσα, αφού κάποιος πρότερα το κωμικοποιήσει αλλιώνοντας τα χαρακτηριστικά του. Συμπεραίνουμε, πως ότι μπορούσε να υπάρξει έχει διαδραματιστεί ήδη και ότι υπήρξε ποτέ δεν θα επιστρέψει.  Το αν ορισμένοι λοιπόν, επέλεξαν να εναντιωθούν σε μία κατ’ επίφαση αναρχική κατάληψη συνιστά πάρεργο στο πραγματικό διακύβευμα που δεν είναι άλλο από την συνάντηση τους στον ίδιο αφιλόξενο τόπο, όπου ”ό,τι εμφανίζεται ως πραγματικός βίος, απόκαλύπτεται ως βίος, πλέον αυθεντικά θεαματικός”.

Όσοι έχουν αποτινάξει τις ψευδαισθήσεις περί ύπαρξης ενός συγκροτημένου, ενιαίου, επαναστατικού αναρχικού χώρου, σίγουρα γλίτωσαν μία ακόμα ελεύθερη πτώση από το συννεφάκι της ιδεολογικής αφέλειας. Άλλο τόσο σίγουροι είμαστε πως απήχαν από τα τετριμμένα αστικά μνημόσυνα, τις ανίσχυρες εκδηλώσεις λατρείας του παλιού και τους συμβατικούς θιάσους αναπαράστασης μιας ταριχευμένης εξέγερσης. Ειδάλλως, διαβεβαιώνουμε πως αν παρευρίσκονταν ή σκόπευαν να το κάνουν, δεν θα το έπρατταν με τους ανέμπνευστους, στομώμενους όρους της εύπεπτης επιθετικότητας για την επίθεση. Οι παραλήπτες αυτών των αράδων, οι λίγοι μα αναντικατάστατοι αυτοί άνθρωποι, εμφορούμενοι από την εγγύτητα που αποκλειστικά η απορρέουσα εκ της επιλογής ολικής άρνησης της κραταίας ευτέλειας περηφάνεια, δύναται να ζωογονήσει, διακωνούν ανεπιστρεπτί στους πλατείς ορίζοντες των καταστρεπτικών παθών. Χαράζουν με εργαλεία το αίμα, την απόγνωση και το πείσμα τους το χρονικό εξεγέρσεων ακατάληπτων προς τους θεματοφύλακες των αστικών κηδειόχαρτων. Οι καθημερινές τους βαθύσκιωτες αρνήσεις δεν θα μνημονευτούν από κανένα ενθουσιασμένο κοπάδι ενώ οι ραφιναρισμένες, άπληστες εξεγέρσεις τους αναμένουν με μακροθυμία να βρουν τους προσίδιους χώρους έκφρασης και εκδίπλωσης τους. Χώρους που καμία υστεροφημία δεν πρόκειται να εξασφαλίσουν στους φιλοξενουμένους τους. Χώρους απροσπέλαστους για όσους πλέκουν εγκώμια σε ότι δεν γνώρισαν ευγνωμονώντας το για τις παραχωρούμενες επιφάσεις με την αρωγή των οποίων απελευθερώνονται εκ των ευθυνών να σταθούν κριτικά και ακλόνητα στο σήμερα.

Εν κατακλείδι αντιπροτάσσουμε στις συμπεφωνημένες παρελάσεις της επελαύνουσας αδυναμίας, την μεθοδική και επίπονη διαδικασία συγκρότησης ενός σύγχρονου, επικίνδυνου αναρχικού ρεύματος. Την προσωπική περισυλλογή και την διαπροσωπική ώσμωση των θελήσεων όσων επιδιώκουν να ακολουθήσουν τις σύραγγες του αρνητικού ως την οριστική συντριβή κάθε αξιοπεριφρόνητης σταθεράς. Και μετά πάλι από την αρχή. Ξανά και ξανά παρατηρώντας τις μορφές να μεταβάλλονται και να πάλλονται στους ρυθμούς της δημιουργικής βούλησης μέχρι το άοντο ντα φε της νιότης. Κόντρα στην αποπληκτική ηττοπάθεια του πολιτικού ρεαλισμού και στον αφελή οπτιμισμό της πολιτικής μας ήττας. Αποσείοντας τα άχρηστα βάρη του παρελθόντος, είμαστε ελεύθεροι να ξεχυθούμε στο γόνιμο κενό της απώλειας των χαρτογραφημένων διαδρομών αναζητώντας αυτό που την ελευσή του όλοι αισθάνονται αλλά κανείς δεν τολμά να οραματιστεί και ακόμα περισσότερο να βοηθήσει να έρθει. Να τολμήσουμε να οραματιστούμε. Ατρόμητοι μπροστά στο άγνωστο με μόνη πυξίδα την βεβαιότητα ότι καμία αφήγηση δεν μας εμπεριέχει. Ότι σε κάθε παρελθόν το μόνο πιθανό να βρούμε είναι περισσότερες διαβεβαιώσεις πως αν δεν ενεργήσουμε άμεσα καμία πορεία από εδώ και μπρος δεν θα μας ανήκει. Να επιχειρήσουμε να πιστέψουμε σε αυτά που κανείς άλλος πέρα από εμάς δεν μπορεί να διεκπεραιώσει. Να αγαπήσουμε την εποχή μας μαζί με τα συντρίμμια που μας διαμόρφωσαν και τα θριμματισμένα όνειρα που μας υποσχέθηκαν αλλά και αυτά εν τέλει στερηθήκαμε. Οι εξεγέρσεις πέθαναν μαζί με αυτά τα όνειρα και ευτυχώς τώρα έχουμε την δυνατότητα να τοποθετήσουμε την ίδια την έννοια στην έδρα και αφού την καταδικάσουμε αναλογιζόμενοι ως αναρχικοί την σημερινή αποσπασματικότητα σχετικά με τις δικές μας επιθυμίες, να την επανανοηματοδοτήσουμε και να την στρέψουμε  ενάντια στο σύστημα που πίστεψε ότι τοιουτοτρόπως θα ικανοποιούσε τις απαιτήσεις μας.

Τέλος να αποσαφηνίσουμε πως δεν αρνούμαστε την σχέση μας με το παρελθόν. Την αναγνωρίζουμε και έχουμε πάρει θέση αλλά όχι αυτήν που οι χρηστοι γείτονες και οι αξιότιμοι συμπολίτες μας θα ήθελαν. Αντικρίσαμε κατάματα το παρελθόν μας και την αξιοζήλευτη αίγλη του. Είδαμε μέχρι τα βάθη της ανθρώπινης ιστορίας. Είδαμε χρόνια πολιτισμένης βαρβαρότητας, ορθολογικού παραλογισμού, υποβάθμισης του ατόμου, λεηλασίας της φύσης, σπίλωσης της ομορφιάς, καταπίεσης του διαφορετικού, πατριαρχικής επιβολής, εμπορευματοποίησης των επιθυμιών, κανονικοποίησης των συμπεριφορών, κωδικοποίησης της τιμωρίας, επιβολής του θυμικού των μαζών, θρησκευτικής καταπίεσης, περιφρόνησης των παθών, περιθωριοποίησης του σώματος, περιχαράκωσης της θέλησης, υπονόμευσης της δύναμης και κακοποίησησης της ζωής. Δεν είδαμε όμως πουθενά σε κανένα πολυτεχνείο παρά απομονωμένα, τυχαία σαν μια εξαίρεση στον κανόνα και διάσκορπα  να αναδεικνύεται μια απόλυτη ρήξη με αυτήν την επονείδιστη διαδρομή που έχει το θράσος να αυτοαποκαλείται πρόοδος. Έχουμε λοιπόν έναν πολύ ισχυρό δεσμό με το παρελθόν αφού εκεί βρήκαμε αμέτρητες ερωτήσεις, οι δικές μας απαντήσεις όμως σε πείσμα των επίσημων και μη συνταγογράφων παραμένουν μια ανοιχτή προοπτική.

Horizontal Mortem
Consumimur Igni – Σύμπραξη για τους σκοπούς της ανάφλεξης.
Mail επικοινωνίας: consumimurigni@espiv.net

Σύμπραξη Αναρχικών Consumimur Igni – Το δίκαιο του εγκλεισμού.

(Λάβαμε 27/7/17)

Κάποιες θέσεις με αφορμή τις πρόσφατες δικαστικές μεθοδεύσεις.

1

΄΄Δεν είμαι εγώ που υποφέρω· είναι η ζώσα και δυστυχισμένη ανθρωπότητα που ζωγραφίζει πάνω στο συνετό καμβά της ψυχής μου όλα τα δεινά της δικής της ακατάληπτης δυστυχίας.΄΄

Biofilo Panclasta

Η ατάραχη αναπνοή υπό την απειλή της καρμανιόλας του εγκλεισμού θεωρείται είδος πολυτελείας. Ανήκει στους ισοβίτες εντός της πτέρυγας των απομονωμένων ομοιωμάτων. Αρλεκίνοι, δίκαιοι και ίσοι με τους ομοίους τους απολαμβάνουν το προνόμιο της αθωότητας καθηλωμένοι στην μία μεριά της πλάστιγγας του δικαίου εξισορροπώντας την σταθερότητα τους πάνω στο νεκρό βάρος των ενόχων. Η σχέση μεταξύ ενόχων και αθώων συνιστά την ιδιότυπη διαλεκτική του σύγχρονου δικαιϊκού συστήματος. Εδώ που το δίκαιο εκτελεί την λειτουργία του ως καταδίκη σε χώρους τιμωρίας, σοφρονισμού και ελέγχου. Δικαίωμα της κοινωνίας να απομονώνει τα ”ελαττωματικά” σώματα μηχανικά προκειμένου μέσα από την καταστολή να αναπαράγει την ιδέα μιας ευνουχισμένης ελευθερίας του να καταναλώσεις, να μετακινηθείς, να κάνεις οικογένεια και να επιβιώσεις. Η ελευθερία επιλογής μεταξύ αθωότητας και ενοχής διατηρείται ώστε ο σοφρωνισμός να αποκτά το δικαίωμα να φυλακίζει και να τιμωρεί.

2

΄΄Η φαινομενική αυτονομία των εργασιακών διαδικασιών, που η πορεία τους μπορεί δήθεν να συναχθεί από την εσωτερική ουσία του αντικειμένου τους, αντιστοιχεί στην φαινομενική ελευθερία των οικονομικών υποκειμένων στην αστική κοινωνία. Αυτά τα υποκείμενα δεν πιστεύουν ότι ενεργούν σύμφωνα με προσωπικές τους αποφάσεις, ενώ ακόμη και στους πιο περίπλοκους υπολογισμούς τους δεν είναι παρά εκφραστές ενός ασύλληπτου στο συνολό του κοινωνικού μηχανισμού.΄΄

Μαξ Χορκχάϊμερ

Στον 21ο αιώνα εντός της κατακερματισμένης κοινωνίας η δικαιοσύνη αποσπάται από τον έλεγχο του πλήθους, ορθολογικοποιείται καταλήγοντας εξειδικευμένη επιστήμη στην διάθεση των επαϊοντων του δικαίου και ολοκληρώνεται ως ουδέτερη διαδικασία λειτουργικής διαχείρισης των ανθρώπινων σημείων. Συνάμα το πλήθος αυτούσιο δικαιώνεται ως αντικείμενο εφόσον η αφομοίωση της γενίκευσης αυτής από τους ίδιους τους φορείς της κρίνεται απαραίτητη για την κανονικοποίηση των θυσιών τους σε ένα υπερβατικό σύστημα ωφελιμιστικής λογικής. Το διακύβευμα είναι πως τόσο οι κατηγορίες όσο και οι προσαπτόμενες ιδιότητες διαφεύγουν προδήλως των κατόχων τους. Αποστερημένοι των ιδιοτήτων τους και κεχωρισμένοι από την δραστηριότητα τους δεν εκπλήσσει κανέναν η υποταγή τους εμπρός σε ένα παρουσιαζόμενο ως δεδομένο κύκλωμα  Το ανθρώπινο κοπάδι έχοντας παραιτηθεί οριστικά από οποιαδήποτε έννοια κοινωνικής ύπαρξης και ανθρώπινης συγκρότησης αφήνεται αδιάφορα στον κυκεώνα των μηχανισμών ελέγχου και τιμωρίας. Δεν έχει την δυνατότητα να αντιδράσει σε αυτό αφού είναι το ιδίο όμηρο στην δυαδική λογική ενόχων και αθώων έχοντας διαμορφωθεί μέσα στο αμάγαλμα της αξιακής ισοπέδωσης της μετανεωτερικότητας. Αποστερημένο πλήρως από κάθε προϋπόθεση για την κατασκευή ενός δικαιικού συστήματος φορά εκ περιτροπής τα κουστούμια του έμπορα, του υπάλληλου, του γονέα, του δικαστή μετερχόμενο πάντα το αντικείμενο της δραστηριότητας του απρόσωπα, φορμαλιστικά και μηχανιστικά μοιράζοντας χρόνια στην φυλακή, ξύλο στα παιδιά ή ρέστα στο κατάστημα με τους αναμφισβήτους ρυθμούς που ορίζουν οι διαφορετικοί κλάδοι ειδημόνων. To θεϊκό δίκαιο πλέον επιβάλλεται μέσα από την σιδηρά χειρα της λειτουργικότητας, πέρα από το καλό και το κακό, αχανές, παντοδύναμο και πανταχού παρόν.

3
΄΄Πιστεύετε ότι θα μπορούσε να διατηρηθεί για τόσο πολύν καιρό, συντηρώντας τις φυλακές, ένα σύστημα κολασμού που έχει κύριο αποτέλεσμα την υποτροπή, αν η εγκληματικότητα δεν ήταν ”χρήσιμη” με τον έναν ή τον άλλον τρόπο; ΄΄

Μισέλ Φουκώ

Είναι λάθος να προσεγγίζεται η υπόθεση της Ηριάννας ως αποτέλεσμα μιας πολιτικής βούλησης ή μιας μηχανορραφίας πολιτικών συνωμοτών. Οι αναχρονιστικές αυτές πεποιθήσεις προαπαιτούν την σύγκρουση ανάμεσα σε διαφορετικές και αντίρροπες πολικές δυνάμεις ενώ σήμερα συγκρούονται μόνο οι επιδιώξεις των αριβιστών μιας καθαρά θεαματικής σφαίρας, ενυπάρχουσας αποκλειστικά για την τέρψη του τηλεθεάμονος κοινού. Το στερέωμα αυτής της υπερπαραγωγής ανταγωνίζεται σε απήχηση που εκφράζεται διαμέσου της κοινωνίας των memes, των ιντερνετικών αστείων, των υποχρεωτικών viral, της πρωτοτυπίας σε ανοησία και της προκλητκής για κάθε αισθητική ξεφτίλας, τα πρόσωπα του κίτρινού τύπου που συναπάρτιζαν και μονοπωλούσαν έως σήμερα το περιεχόμενο αυτών των ψευδοχώρων μη-επικοινωνίας. Οι δικαστικές αυθαιρεσίες σήμερα όταν αυτές συμβαίνουν δεν κινητροδοτούνται από συγκρούσεις διαφορετικών αντιλήψεων και μεγάλων σκοπών αλλά από τις φιλοδοξίες και το όφελος ταρτούφων της επαγγελματικής πολιτικής. Στο δεδομένο κλίμα οι παρατυπίες προσιδιάζουν απόλυτα στον υποδόρια προωθούμενο τύπο μιας κριτικής οπισθοδρόμισης η οποία τείνει να γίνει κομμάτι του καθημερινού έθους. Συνεπώς, κάθε νομική εξαίρεση υφίσταται για να επιβεβαιώνει τον παραδεδεγμένο κανόνα. Νόμος είναι το δίκαιο του εγκλεισμού και δίκαιο του εγκλεισμού είναι η επιβολή του ενός και μοναδικού του νόμου. Στο περιθώριο υπάρχουν απλά άνθρωποι αθώοι ή ένοχοι αλλά αμφότεροι καταδικασμένοι στην εμβαλλόμενη από την ανάπτυξη της βιοπολιτικής ιεροεξεταστικής αθλιότητας.

4
” Όποιος δεν μπορεί πια να πάρει κάποια θέση, επειδή όλοι οι άνθρωποι έχουν κατ’ ανάγκη δίκιο και άδικο, επειδή τα πάντα είναι δικαιωμένα και συνάμα παράλογα, αυτός πρέπει να παραιτηθεί από το όνομα του, να ποδοπατήσει την ταυτότητα του και να ξαναρχίσει μια νέα ζωή μέσα στην απάθεια ή την απελπσία.”

Εμίλ Σιοράν

Στα σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης και σωφρονισμού οριστικοποιείται η πλέον ακραία ιστορικά απανθρωποποίηση της καταστολής. Σε αντίθεση με προγενέστερες εποχές, όταν οι εξαπολυμένες ενάντια στον ένοχο βαρβαρότητες και θηριωδίες είχαν μία συνειδητή κατεύθυνση και γήινο νόημα, το υπάρχον νομικό σύστημα εξολοθρεύει βάσει της ισχύουσας εξισωτικής λογικής του δημοσίου. Καταδικαζόμαστε βάσει του τι θα μπορούσαμε να είμαστε ώστε να στεκόμαστε ευγνώμονες για το τι μας κάνανε να είμαστε. Τιμωρούμαστε αναλόγως τις ανάγκες της διαχείρισης του υποβιβασμένου σε εργατικό δυναμικό αξιοθρήνητου ανθρώπινου πλεονάσματος, ενδεείς επαγγελματίες, εναλλάξιμοι και συγκρίσιμοι σε αλλότριους χώρους και αποικιοποιημένους χρόνους. Πειθαρχούμε προκειμένου το τρεμάμενο κοινωνικό τερατούργημα να πειθαρχήσει στις αβροδίαιτες ορέξεις μας μολονότι πληρώνουμε κάθε του τραύμα με αίμα δικό μας ή των μέχρι τότε ευγενών συμπολιτών μας. Οι Εβραίοι στα ναζιστικά καθαρτήρια έφεραν ως στίγμα μια απαγορευμένη ταυτότητα με τα βασανιστήρια να κατοπτρίζουν το βεληνεκές του άγους τους. Ηταν υποχρεωμένοι να αποδεχτούν ψυχοραγώντας αγόγγυστα την ιδιάζουσα μοίρα που του επιφύλλασσε το δίκαιο της εποχής, της περιοχής και των εσωτερικευμένων με βία αμαρτιών τους. Ο πόνος της διάψευσης, τα δάκρυα της στέρησης, το παράπονο για τις χαμένες προσδοκίες και το ακατάβλητο πάθος για επικράτηση της δικαιοσύνης προυποθέτει έναν συντονισμό των ενστίκτων ανεπίτευχτο στον λαβύρινθο των κοινωνικών ρόλων και των νεκρών προτύπων. Συνιστούν ένδοξα χαρακτηριστικά αναρριγόμενων από πάθη πνευμάτων και διαχωρίζουν τα έμβια από την αδράνή ύλη του πλήθους. Οι ώρες της συμφοράς και των σπασμών κάτω από τις γκρεμισμένες αξιώσεις μας είναι ότι βαθαίνει το χάσμα ανάμεσα σε μας και τους υπόλοιπους.  Για τι υποφέρετε όμως πλέον άνθρωποι; Τυχεροί όσοι προλαβαίνουν να βρουν μια κινηματογραφική απάντηση στο ναυλοχούν ίσως στο επόμενο στενό μαρτύριο.

5

”Το θέαμα απαντά στο αυξανόμενο ανικανοποίητο με την τάση του για χαμηλότερο κοινό παρανομαστή ομοιομορφίας διαφοροποιώντας τον εαυτό του. Το θέαμα πρέπει αντιφατικά να είναι όλα τα πράγματα για όλους τους ανθρώπους ατομικά και ταυτόχρονα να επιβεβαιώνεται ως η απλή, αποκλειστική ενωτική τους αρχή.”

De Bello Civili

Στα χνάρια του δικαίου βαδίζουν όμως και οι ψευδείς επικριτές του. Οι θιασώτες της πολιτικής σαπουνόφουσκας και των συντεχνιακών αδολεσχιών αναζητούν στις πολλαπλές ιδεολογικές καμπάνιες τους υπεραξία και εξασφάλιση των κεκτημένων τους. Εξίσου υπόλογοι στην χρεία της διατήρησης και αναπαραγωγής ατελέσφορων δραστηριοτήτων μεταχειρίζονται τα δρώμενα με ιδεοληπτική απρέπεια καθώς ιδρώνουν να ισχυροποιήσουν τους εχθρούς τους τοποθετώντας τους πίσω από οποιοδήποτε γεγονός προκειμένου να διασώθουν οι ίδιοι στον τυφώνα των διαρκώς ανανεωούμενων ψευδών αμφισβητήσεων. Το χειρότερο είναι πως ομοίως με όλες τις προτερόχρονες εποχιακές αμφισβητήσεις κληρονομούν το μοναδικό στοιχείο που πίσω από την οργανωμένη φαινομενικότητα αποκαλύπτει την ταυτότητα τους. Το ξεθώριασμα του σκοπού χάριν της διαδικασίας. Έτσι τα συμπεράσματα παράγονται ως φτιασίδωμα για το αποπλανημένο λεφούσι και όχι για την ριζοσπαστική κριτική της παρούσας κοινωνικής ύπαρξης. Η θεωρία τους καταλήγει να ταυτίζεται απόλυτα με την πρακτική των δικαστών αφού αντικαθιστώντας τον ένοχο με τον εχθρό ολοκληρώνουν την ίδια λειτουργική κίνηση υπό τα απαραβίαστα πλαίσια της κυρίαρχης προσταγής να πράττεις δίχως να βούλεσαι. Στον αντίποδα οφείλουμε να συνυπολογίζουμε πως η θεωρία των δικαστών συμπληρώνει την πρακτική, μανιχαϊστική απονομή δικαίου των επαναστατών χωρίς επαναστατική θεωρία. Αυτή είναι η νέα ενότητα θεωρίας και πράξης στον ανεστραμμένο κόσμο του θεάματος.

6

΄΄Τι είναι ευγενές;  Η πεποίθηση ότι έχει κανείς υποχρεώσεις μόνο προς τους ίσους/ομοίους του, ότι προς τους άλλους δρα όπως νομίζει καλύτερα: Ότι μπορεί κανείς να ελπίζει στην δικαιοσύνη μόνο inter pares.΄΄

Φρίντριχ Νίτσε.

Όποιος επιλέγει την σήμερον να αγορεύει υπέρ το δικαίωμα ανθρώπων να είναι αθώοι, να περιδιαβαίνουν ψωνίζοντας ή σπουδάζοντας δίπλα στα κολαστήρια του κορυδαλού, συμπαρατάσσεται ή ακριβέστερα ταυτίζεται με όλες τις τελεσίδικες αποφάσεις του υπάρχοντος κόσμου. Δίκαιο μας δεν μπορεί να είναι παρά αυτό της ατομικής εξέγερσης, των αλαφιασμένων νιάτων και της ορμητικής μανίας για ζωή. Της ίδιας της απαραβίαστης αθωότητας του κόσμου που ζει, πεθαίνει και αποτιμάται κάθε στιγμή σαν ένα μοναδικό και αναντικατάστατο γεγονός. Όλοι εσείς, οι επίδοξοι δικαστές, οι τυβενοφόροι εκτιμητές δίχως τιμή, οι αξιολογητές δίχως αξίες, οι ισόβιοι απολογητές ενός δικαιικού συστήματος που υπερβαίνει την τελματωμένη κριτική σας έχετε ήδη ανεπιστρεπτί κριθεί ένοχοι των ίδιων των απρόσωπων επιλογών σας. Δράμα δικό σας και ψυχαγωγία δικιά μας οι στιγμές της απολογίας σας για αυτές. Όσο για τους εξευγενισμένους υποστηρικτές των μεσοβέζικων αποφάνσεων περί αθωώτητας, δικαίου και εγκλεισμού θα απαντούσαμε στα τσακίδια αλλά η ίδια η εκτατική ανία και η αδυναμία τους να προσεγγίσουν έστω και ένα νανόμετρο την ουσία μιας ριζικής αποτίμησης του κόσμου χουγιάζει πιο αισθητά από τις προτροπές μας.

Το δίκαιο δεν είναι κάτι που επιβάλλεται αλλά αντιθέτως κάτι που επικοινωνείται και συγχρονίζει. Δεν επιθυμούμε και δεν θα μπορούσαμε να αποδόσουμε κανένα δίκαιο σε άτομα με διαφορετικές αξίες γι αυτό εναντιωνόμαστε ριζικά σε κάθε έννοια κοινωνικού δικαίου όπως και σε οποιαδήποτε προσπάθεια ορθολογικοποίησης του. Με όσους βολεύονται ή συμβιβάζονται με την δικαιοσύνη της καθολικής λογικής αναγκαιότητας, της κοινωνικής κατηγορικής προσταγής και της ιδιότυπης ηθικής του εγκλεισμού που την συντροφεύει η επικοινωνία θα παραμείνει αδύνατη. Γιατί η εφαρμογή του δικαίου μας ανοίγει χάσματα αντί για κελιά.

Σύμπραξη Αναρχικών – Consumimur Igni
Horizontal Mortem
Μail επικοινωνίας: consumimurigni@espiv.net

Σύμπραξη Αναρχικών – Consumimur Igni – Αντιδικαστική περιπλάνηση

(Λάβαμε 1/7/17)

Αντιδικαστική περιπλάνηση

Μία απ΄αυτές τις νύχτες του Ιούνη περιπλανηθήκαμε σε γειτονιές της Αθήνας στιγματίζοντας τους καμβάδες του σιγανού μητροπολιτικού πολέμου με συνθήματα, αχρηστεύοντας κάμερες βανδαλίζοντας εκκλησίες, κρεοπολεία, τράπεζες και λοιπά βδελυρά σημεία.

Οι απανταχού τυβενοφόροι λυσσάνε να μας πείσουν πως οι εξεγερμένοι βαδίζουν με το φτυάρι ταφής τους στην πλάτη. Δε μας ξενίζουν καθόλου οι καταδικαστικές αποφάσεις υπερβολής, τα αντιτρομοκρατικά νομοθετήματα και οι εκστρατείες διώξεων. Δεν είναι άλλωστε παρά μερικές ακόμη εκφάνσεις της κοινωνίας φυλακής, δίπλα στην πανοπτική εποπτεία των κινήσεων, ή την εθελούσια ταξινόμηση σε λίστες προσώπων. Ο δικαστής επικυρώνει πως όποιος δεν χωρά στον ολοκληρωτισμό της αφομοίωσης και της μαζικής, εξατομικευμένης ομοιογένειας αποπέμπεται στην ειρκτή. Εν τέλει αποδεικνύει πως και μόνο οι επιφάσεις σωφρονισμού αποτελούν υπερφίαλες δηλώσεις γελοιότητας. Τα βρώμικα στόματα των δικαστών μηρυκάζουν την παραίτηση ξερνώντας καταδίκες. Έμμισθα θύματα της πλέον άθλιας διανοητικής τους εξαχρείωσης, νυσταλέα κουρελιάζουν τις ημέρες τους αναζητώντας και κατασκευάζοντας ενόχους. Διαδικασία επικουρούμενη από την με νομική σφραγίδα, ποινικοποίηση της αξιοπρέπειας και την πανηγυρική αθώωση και καθαγιασμού συνάμα της υποτέλειας.

Όταν η κατάσταση εξαίρεσης καθίσταται ο κανόνας, τότε κάθε κανόνας είναι εξαιρετέος. Η τρομουστερία της Δύσης απέναντι στον μπαμπούλα του Ισλαμικού Κράτους έχει παράξει τα κατάλληλα νομικά παραπετάσματα για την εξαπόλυση ενός κυνηγιού μαγισσών ενάντια στους εξεγερμένους αναρχικούς. Η προσπάθεια αυτή συντελείται υπό το φως μιας θεαματικής τρομοβόρας εξίσωσης κάθε μη κρατικής βίας με μια εξωγενή απειλή, αξιοποιήσιμη από το κράτος ως μέσο για την συσπείρωση του ανθρώπινου δυναμικού γύρω από την κλονισμένη νομιμότητα του.

Το νομικό οπλοστάσιο των κρατών επεκτείνεται ουσιαστικά με εγκλήματα λόγου. Το σύγχρονο ιδιώνυμο στην Ελλάδα ήλθε στο προσκήνιο στα μουλωχτά με πρόταση Κοντονή για πρόσθεση επιπλέον παραγράφων στις τρομοδιατάξεις 187,187Α κατευθυνόμενων στην κατηγορία της διέγερσης. Η κρυπτικότητα και η ταχεία εξαφάνιση από το προσκήνιο των νέων παραγράφων υπονοεί τη σιγουριά με την οποία θα επιστρέψουν σε χρόνο μυωπικό από πλευράς αντιδράσεων. Ταυτόχρονα οι υποθέσεις Hριάννας και Θεοφίλου αποδεικνύουν περίτρανα ακόμα και στους πιο δύσπιστους πως το δικαϊκό σύστημα μιμούμενο τους εντεινόμενους ρυθμούς κατασκευής κοινωνικής εργασίας χάριν της αξιοποίησης του υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου, σπεύδει να αμβλύνει το πεδίο ελέγχου του προκειμένου να αξιοποιηθεί το ίδιο ως διαδικασία τιμωρίας. Μια διαδικασία τυφλή, σε διαρκή προσπάθεια να δηλώσει παρόν σε έναν κόσμο ετοιμόρροπο υπό το βάρος της μηδαμινότητας του. Τοιουτοτρόπως η γενικευμένη υποτίμηση κάθε επιμέρους, συγκεκριμένης δραστηριότητας, αναπόδραστα αποδίδει την υποβάθμιση της ανθρώπινης ζωής και του ζωντανού χρόνου διαμέσου της μετατροπής τους σε αφηρημένα κοινωνικά προϊόντα νεκρού χρόνου στα κάτεργα της δημοκρατίας.

Έχουμε ήδη αναφερθεί εκτενώς στην επιχείρηση scripta manent στην Ιταλία κατά την διάρκεια των πρώτων διώξεων. Τώρα, το Ιταλικό κράτος στοχοποιεί με βάση τη διάταξη 270Α αλλά και το άρθρο 414 συντρόφους του Croce Nera Anarchica, Radioazione.org και Anarchia.info. Είναι φανερό πλέον πως στην Ιταλική επικράτεια, το κράτος έχοντας ξεμπερδέψει με τα ξεδοντιάρικα, ακίνδυνα εκθέματα του κοινωνικού αναρχισμού, έχει την δυνατότητα να συγκεντρώσει την προσοχή του στις επιθετικές επαναστατικές τάσεις και τις άτυπες αναρχικές δομές που παραμένουν με συνέπεια σε θέση μάχης έναντια στην κυριαρχία. Συνεχίζουμε, μονίμως σε επιφυλακή, να αναλύουμε τον εχθρό και να υπρασπίζουμε τις δομές μας πάντα στο πλάϊ των συντρόφων μας.

Mηδενιστική επίθεση στην κοινωνία του ελέγχου, στο δίκαιο της και τις αξίες που αυτή εκπροσωπεί.

Συνθέμελα να καεί η κάθε φυλακή.

Σύμπραξη Αναρχικών – Consumimur Igni.

Κάποια από τα συνθήματα:

[Consumimur Igni] Αφισάκι/αυτοκόλλητο σε ελληνικά και ισπανικά.

(Λάβαμε 23/12/16)

Χαιρετίζουμε τους συντρόφους στη Χιλή. Μόνο αγάπη και σεβασμό τρέφουμε για τους εξεγερμένους σ’αυτό το κομμάτι της γης. Τι κι αν μας χωρίζουν ωκεανοί και ήπειροι, η φλόγα της εξέγερσης ζεσταίνει με την ίδια εγγύτητα τα κουκουλωμένα μας πρόσωπα.

Η Αναρχία αναπνέει στα οδοφράγματα.

Φιλάκια κι αναπτήρα σε όλα τα συντρόφια που ψάχνουν δίπλα τους αδέρφια να τους ανάψουν το μπουκάλι.

Να πυρπολήσουμε την κοινωνική ειρήνη με την εξεγερτική παρουσία μας στο δρόμο τις μέρες και τις νύχτες. Όταν θυμόμαστε και τιμάμε φυλακισμένα ή νεκρά συντρόφια αλλά και επειδή απλώς είναι Σάββατο βράδυ, Κυριακή, Παρασκευή, Δευτέρα και όποτε άλλοτε μας βάζει σε κίνηση η επαναστατική μας κάβλα.

Τα λέμε στους δρόμους της φωτιάς

Ραντεβού στα βενζινάδικα.

Consumimur Igni